Εργασιακό προφίλ "αλά καρτ"

Σφοδρές οι αντιπαραθέσεις στη Βουλή, σχετικά με το εργασιακό νομοσχέδιο. Ορισμένες διαπιστώσεις είναι απαραίτητες για να εξετάσουμε ποιο είναι πραγματικά το διακύβευμα.

Πρώτη διαπίστωση: Οι όροι εξαρτημένης εργασίας με την «ευελιξία» και τις ρυθμίσεις του νέου νομοσχεδίου, αλλάζουν σε όλες τις παραμέτρους (αμοιβή, χρόνος, χώρος, συνθήκες εργασίας) κύρια στον ιδιωτικό τομέα. Τα συλλογικά χαρακτηριστικά του εργασιακού προφίλ, αποκτούν ατομικό χαρακτήρα, προφίλ «αλά καρτ», με 10ωρη απασχόληση και 4ήμερη, 10ωρη απασχόληση. Τα συλλογικά «μενού», προϊόν συλλογικών συμβάσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, χάνουν έδαφος και η παροχή εργασίας «αλά καρτ» κερδίζει έδαφος.  Οι αλλαγές αυτές, θα έχουν μεγάλες συνέπειες στη συλλογική δράση των εργαζομένων και τη διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων. Αυτές οι ρυθμίσεις αποτελούν τον πυρήνα του νομοσχεδίου και έχουν προκαλέσει τη σφοδρή αντίδραση κομμάτων και συνδικάτων.

Δεύτερη διαπίστωση: Οι αλλαγές στην παραγωγική βάση, οι νέες ανάγκες των επιχειρήσεων, οδεύοντας προς τον ψηφιακό εργασιακό κόσμο και οι ανάγκες των εργαζομένων για απασχόληση διαμορφώνουν ένα νέο πεδίο στην αγορά εργασίας. Στον νέο παραγωγικό κόσμο (ψηφιακή, τεχνητή νοημοσύνη, διαχείριση δεδομένων κ.α.) προκύπτουν ανάγκες τις οποίες τα συλλογικά (πολιτικά, κοινωνικά και επαγγελματικά) υποκείμενα οφείλουν να διαχειριστούν λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της κοινωνίας και των επιχειρήσεων. Σε αυτή τη μεγάλη συζήτηση, για τη διαχείριση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της κοινότητάς μας (εθνικής, ευρωπαϊκής και παγκόσμιας), όπου διακυβεύονται πολλά συμφέροντα, προέχει καταρχήν να εξετάσουμε τις πολιτικές αντιλήψεις της κυβερνητικής εξουσίας, των κομμάτων και των κοινωνικών και επαγγελματικών συλλογικοτήτων.

Οι κυβερνόντες χαρακτηρίζουν σύσσωμη την αντιπολίτευση και τα συνδικάτα ως αναχρονιστικούς παράγοντες της ανάπτυξης και τους στολίζουν με άλλα πολλά επίθετα, που δεν τιμούν τον δημόσιο διάλογο. «Εσείς με τους εργατοπατέρες, εμείς με την κοινωνία» και η αντιπολίτευση με τα συνδικάτα διαδηλώνουν «εσείς με τις μεγάλες επιχειρήσεις και εμείς με τους εργαζομένους». Με αυτούς τους μονολόγους δεν λύνεις προβλήματα. Η κυβέρνηση επιμένει οι  ρυθμίσεις είναι νεωτεριστικές και προοδευτικές.  Η αντιπολίτευση και ιδιαίτερα ο χώρος της αριστεράς και κεντροαριστεράς, χαρακτηρίζουν τις ρυθμίσεις ως αντεργατικές και εξοντωτικές σχετικά με την προστασία και την εκμετάλλευση της εργασίας. Επισημαίνουν παράλληλα την  υποβάθμιση των συλλογικών συμβάσεων και τη διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων. «Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες», λέει μια λαϊκή ρήση.

Οι ρυθμίσεις των άρθρων 55-66 «ατομικού εργατικού δικαίου» και οι ρυθμίσεις, άρθρων 82-101 «συλλογικού εργατικού δικαίου», αποτελούν το πεδίο αντιπαράθεσης συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης.

Τρίτη διαπίστωση: Αντικειμενικά η νομική προστασία της εργασίας, με τα ατομικά χαρακτηριστικά, αποδυναμώνει τη θέση του εργαζομένου και γίνεται ακόμη πιο ανίσχυρη έναντι του εργοδότη. Όταν μάλιστα σε παράνομη ή καταχρηστική απόλυση, ο εργοδότης δεν έχει την υποχρέωση της επαναπρόσληψης, παρά μονάχα «30 αργύρια» αποζημίωσης, τότε η κατάσταση της προστασίας είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Μάλιστα, όταν υπάρχει μεγάλη προσφορά εργατικής δύναμης (1.15 εκ άνεργοι) η θέση του εργαζόμενου είναι εντελώς ανίσχυρη, αφού αναζητά μια θέση εργασίας κάτω από τον «ήλιο». Κατανοητές οι ανάγκες της επιχείρησης στο νέο περιβάλλον, αλλά η εξισορρόπηση των συμφερόντων (εργοδοτών – εργαζομένων) γίνεται σε επίπεδο θεσμών και συλλογικών υποκειμένων και όχι στα πλαίσια της ατομικής  ανίσχυρης θέσης του εργαζομένου.

Αν βέβαια η διευθέτηση του χρόνου εργασίας γίνονταν κάτω από την προστασία μιας συλλογικής σύμβασης, σίγουρα η θέση του και τα δικαιώματά του θα ήταν περισσότερο διασφαλισμένα.

Όταν ο εργαζόμενος προσδιορίζει «αλά καρτ» το εργασιακό του προφίλ, δεν θα έχει και κανέναν ενδιαφέρον για οργάνωση σε συνδικάτο. Άμεση συνέπεια, το ήδη απομαζικοποιημένο συνδικαλιστικό κίνημα, κύρια στον ιδιωτικό χώρο, θα έχει δραματικές συνέπειες. Τα συνδικάτα θα φαντάζουν είδος προς εξαφάνιση και τότε θα έρθει το κύμα της λαϊκής οργής. Δεν γνωρίζω επ’ ακριβώς τα στοιχεία της μαζικοποίησης των συνδικάτων στον ιδιωτικό χώρο, αλλά δεν νομίζω να υπερβαίνουν σήμερα το 4 με 5% του εργατικού δυναμικού στον ιδιωτικό χώρο.

Τέταρτη διαπίστωση: Η ρύθμιση διευθέτησης του χρόνου εργασίας με ρεπό είτε δύο επιπλέον ωρών, είτε με το 4ήμερο και 10ωρο, που θεωρείται ως πλήρης απασχόληση, ανοίγει τον δρόμο για πλήρη απορρύθμιση  του ωραρίου και γενικά του χρόνου απασχόλησης. Για τις προβληματικές αυτές ρυθμίσεις που υποβαθμίζουν την προστασία της εργασίας, ο νομοθέτης επικαλείται πρωτίστως τις ανάγκες της επιχείρησης. Σε έναν βαθμό ίσως να εξυπηρετούνται και οι πρόσκαιρες ανάγκες του εργαζομένου. Η εξισορρόπηση των συμφερόντων με τις ρυθμίσεις αυτές δυστυχώς γίνεται σε βάρος των συμφερόντων  του εργαζομένου και της συλλογικής εργασίας. Έτσι,  το μέλλον της προστασίας της εργασίας φαντάζει θολό.

Ρυθμίσεις που ακυρώνουν την προστασία της εργασίας και αποδυναμώνουν την ισχύ των συνδικάτων:

Στο άρθρο 66, η υποχρέωση του εργοδότη θα επαναπροσλάβει, ο παρανόμως ή καταχρηστικώς απολυθέντα, καταργείται αντί πινακίου φακής με 30 τάλαντα αποζημίωση. Με αυτές τις ρυθμίσεις  ποιος εργαζόμενος θα σηκώσει κεφάλι; Τι είδους προστασίας της εργασίας υπάρχει;

Στο πεδίο του συλλογικού εργατικού δικαίου, οι ρυθμίσεις παρεμβαίνουν άμεσα και ρυθμίζουν πιο ασφυκτικά και περιοριστικά, τόσο τις εσωτερικές λειτουργίες των συνδικάτων, όσο και στο πεδίο άσκησης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Καταργείται ουσιαστικά η αυτονομία των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Και όσο και αν η ψηφιοποίηση είναι θετική με το μητρώο, γίνεται μια σύγχρονη αστυνόμευση των πάντων. Ο μεγάλος ψηφιακός «αδελφός» θα παρακολουθεί τους πάντες και τα πάντα.

Πολλές ρυθμίσεις (82-101) παραβιάζουν την αυτονομία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, καθώς επίσης περιορίζουν το δικαίωμα άσκησης της απεργίας, δημιουργώντας ζήτημα συνταγματικής νομιμότητας και παράβασης διεθνών συμβάσεων για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και τον τρόπο άσκησης της απεργίας (ΔΣΕ 87 και 89)

Έχω επανειλημμένα αρθρογραφήσει για τα ζητήματα αυτά και για τις ρυθμίσεις που παραβιάζουν την προστασία της εργασίας στα πλαίσια του συλλογικού εργατικού δικαίου.

Η απεργία με διάθεση «Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας» σε ποσοστά 1/3 του προσωπικού, σε συνδυασμό με την απαγόρευση ουσιαστικά της προστασίας της απεργίας από τους κάθε είδους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς, καθώς και της απειλής εναντίον των συνδικαλιστών με αστική ευθύνη και αποζημιώσεις, θα μετατρέψουν την απεργία σε είδος υπό εξαφάνιση.

Σίγουρα οι ρυθμίσεις αυτές θα δοκιμασθούν στην πράξη, στην εφαρμογή τους και η αντιπαράθεση εργοδοτών – εργαζομένων είναι μια μάχη που τώρα πιστεύω ξεκινάει. Όσο και αν είναι κατακερματισμένη  η εργατική τάξη και αδύναμα τα συνδικάτα, η ιστορία μας έχει διδάξει ότι ο πόλεμος ενάντια στις ανισότητες και τις αδικίες πότε δεν σταματάει. Αυτός ο πόλεμος διατηρεί ζωντανή την κοινωνική δημοκρατία.

Ο νομοθέτης παραπονείται γιατί δεν αναφερόμαστε στις θετικές διατάξεις του νομοσχεδίου. Αλήθεια ποιος δεν τις επικροτεί. Άπαντες επιβραβεύουν τα θετικά μέτρα. Το πρόβλημα εντοπίζεται στις ρυθμίσεις για την προστασία της εργασίας (ατομική και συλλογική), καθώς και στο δικαίωμα και στις ελευθερίες δράσης των συνδικάτων. Ας ρίξουμε μια ματιά τι γίνεται και στον ευρωπαϊκό χώρο και ποια επείγοντα ζητήματα έρχονται στο προσκήνιο, σχετικά με την προστασία της εργασίας.

Πέμπτη διαπίστωση: Όντας μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας, όπου δημιουργήθηκε το Κοινωνικό Κράτος Δικαίου, οφείλουμε να συγκλίνουμε προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Ιστορικά η προστασία της εργασίας, δηλαδή του ανθρώπινου δυναμικού, αποτελούσε τον πυρήνα του ευρωπαϊκού πολιτισμού μας. Βασική προτεραιότητα στα ευρωπαϊκά κράτη ήταν η διασφάλιση των όρων εργασίας, υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων. Αυτό το κοινωνικό πρότυπο της Ευρώπης, ίσως μοναδικό, η Ε.Ε. κινδυνεύει να το χάσει. Κύρια στο πεδίο της αμοιβής της εργασίας (που κυρίαρχα προσδιορίζει το επίπεδο ζωής) στον χρόνο απασχόλησης,  την κοινωνική ασφάλιση. Στους τρεις αυτούς τομείς, η συλλογική νομική προστασία υποχωρεί με συνέπεια ο εργαζόμενος να οδηγείται σε χειρότερη κατάσταση προστασίας, περισσότερο ανίσχυρος να αντιμετωπίσει τον εργοδότη.

Γι’ αυτό το Κοινωνικό Κράτος και την προστασία της εργασίας μίλησαν οι ευρωπαίοι ηγέτες πρόσφατα στο Πόρτο. Αυτό το Κοινωνικό Κράτος βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων για το Μέλλον της Ευρώπης.

Είναι κοινά πιστεύω αποδεκτό ότι οι ανισότητες, οικονομικές και κοινωνικές, η ανεργία και το χαμηλό κόστος της εργασίας δεν διασφαλίζουν ασφάλεια και αξιοπρέπεια στους εργαζομένους. Ειδικότερα, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα κατέχει μεγάλες πρωτιές στον ευρωπαϊκό χώρο.

Τεράστιο το πρόβλημα της μαύρης εργασίας και της υπέρβασης του ωραρίου. Η ανεργία στα ύψη. Η μερική απασχόληση σε υψηλά επίπεδα. Οι αμοιβές στο κατώτατο επίπεδο των χωρών της Ε.Ε. Το κοινωνικό μας μοντέλο οδεύει προς τα βαλκάνια και δεν συγκλίνει προς το ευρωπαϊκό.

Ποιος να φέρει αντίρρηση για την αναγνώριση Δ.Σ.Ε (190, για σεξουαλική παρενόχληση, Οδηγίας (ΕΕ) 2009 – 1158 για την ισορροπία επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, για την άδεια πατρότητας, για την ψηφιακή κάρτα και άλλες επιμέρους ρυθμίσεις.

Τα ακανθώδη ζητήματα προκύπτουν με τους όρους της εργασίας, που «ατομικοποιούνται» με το «αλά καρτ» εργασιακό προφίλ, σε βάρος του συλλογικού. Η συλλογική νομική προστασία και έκφραση των συνδικάτων, των οποίων τα δικαιώματα και οι ελευθερίες περιορίζονται και η δράση τους θα γίνεται πάντα κάτω από τη «Δαμόκλειο Σπάθη», όταν θα γίνεται απεργία.

Συμπέρασμα:

Ο Υπουργός δηλώνει ότι μετά από 40 χρόνια με τον ν. 1264/82, πρέπει να αλλάξουμε και να εκσυγχρονίσουμε το εργασιακό πλαίσιο δράσης των συνδικάτων. Να μην διαπιστώνουμε όμως και να μονολογούμε κάθε μέρα και τα χειρότερα για τον εργαζόμενο.

Ασφαλώς, οι αλλαγές είναι θεμιτές, όταν γίνονται προς το καλύτερο. Όταν όμως γίνονται προς το χειρότερο, περιορίζονται οι ελευθερίες και τα δικαιώματα και ξηλώνεται το νομοθετικό πλέγμα της οργάνωσης και δράσης των συνδικάτων, τότε δικαιολογημένα ο κόσμος της εργασίας και τα κόμματα αντιδρούν.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι στην αγορά εργασίας, το τοπίο μοιάζει «ναρκοθετημένο» με μεγάλες ανισότητες και αδικίες, ενάντια στις οποίες η Πολιτεία οφείλει να ανοίξει πραγματικό πόλεμο.

Σε αυτόν τον κοινωνικό πόλεμο, ενάντια στις ανισότητες, την ανεργία και τη φτώχεια, πρέπει όλοι να στρατευθούμε και μάλιστα όσοι έχουν ευθύνες για τη διαχείριση των κοινών μας υποθέσεων.