Τετάρτη, 17.04.2024, στην αίθουσα της Ολομέλειας του ΣτΕ, συνεδρίασε το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ). Το ΑΕΔ θα αποφανθεί εάν η διάταξη του άρθρου πρώτου, της παρ. ΙΑ, υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, είναι συμβατή με το Σύνταγμα ή αντίκειται σε συνταγματικές διατάξεις, κατόπιν της αμφισβήτησης που δημιουργήθηκε μετά την έκδοση της υπ΄ αριθμ. 1509/2023 απόφασης του ΑΠ η οποία έκρινε συνταγματική τη κατάργηση των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας σε αντίθεση με όσα είχαν κριθεί με τις υπ΄αριθμ. Ολ.ΣτΕ 2287-2288/2015.
Το επίδικο θέμα αφορά την κατάργηση των δώρων εορτών και αδείας στους συνταξιούχους όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, από 01.01.2013 και εφεξής. Είναι πολύ πιθανό, η απόφαση που θα εκδοθεί, να μην εισέλθει στην εξέταση της ουσίας της κρινόμενης υποθέσεως και τα πράγματα να παραμείνουν ως έχουν σε όλο τον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή όσοι έχουν ασκήσει αγωγές έως και την 31.07.2020, να λάβουν χρηματική αποζημίωση για την κατάργηση των άνω επιδομάτων, για το χρονικό διάστημα 11/06/2015 έως 11/05/2016, όπως ήδη έχουν αποφανθεί οι 2287-2288/2015 Ολ. ΣτΕ & 1439/2020 Ολ. ΣτΕ. Στο Δημόσιο τομέα το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει κρίνει παρόμοια διάταξη ως συνταγματική, συνεπώς δεν θα λάβουν ποσά αναδρομικά για την κατάργηση των εν λόγω επιδομάτων. Στο μεταξύ πολύς γίνεται θόρυβος, χωρίς όμως επί της ουσίας ουδένα αποτέλεσμα τόσο για τους συνταξιούχους αλλά και για την αποκατάσταση της έννομης τάξης της Χώρας μας, η οποία έχει καταστρατηγηθεί με την κατάργηση επί δέκα και πλέον έτη των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, η επαναχορήγηση των οποίων αποτελεί ζωτικής σημασίας για τους συνταξιούχους.
Επισημαίνω, ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια, για ακόμα μια φορά, αναστέλλουν την πρόοδο των δικών, των σχετικών με τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων και την κατάργηση των δώρων των εορτών και επιδόματος αδείας, μέχρι την έκδοση απόφασης από το ΑΕΔ. Ουσιαστικά, οριστική απόφαση από τα Διοικητικά Δικαστήρια, έχει να εκδοθεί από το έτος 2021. Υπενθυμίζω την προηγούμενη καθυστέρηση που είχε σημειωθεί λόγω του προδικαστικού ερωτήματος που εκκρεμμούσε στο ΣτΕ, αναφορικά με την κατάργηση των επιδομάτων των ώρων εορτών και αδείας στην επικουρική σύνταξη, μετά το ν.4387/201.
Το δημόσιο φαίνεται δε λέει να κατανοήσει ότι πρέπει να αποσυμφορήσουν το τεράστιο βάρος χιλιάδων αγωγών από το δικαστικό σώμα για να γίνει πράξη η επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων. Να σηκώσουν το βάρος δουλειάς από το διοικητικό προσωπικό του e-ΕΦΚΑ. Να σταματήσουν την ταλαιπωρία δικαιούχων και δικηγόρων. Μάλιστα πρόσφατα είχαμε συγχαρεί τους αρμόδιους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Εργασίας, ότι θα επιταχύνουν τις διαδικασίες εκδίκασης των υποθέσεων ή και ότι θα δώσουν τέλος στο μαρτύριο της σταγόνας των αναδρομικών στους συνταξιούχους. Οι νέες αναστολές των υποθέσεων θα παρατείνουν τους δικαστικούς αγώνες για πολλά χρόνια.
Φαίνεται όμως ότι άλλα λέμε και άλλα γίνονται. Έχουμε επανειλημμένα επισημάνει ότι οι πιλοτικές δίκες στην εφαρμογή τους έχουν χάσει το πρακτικό νόημά τους για την επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων και την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων ουσίας. Η Πολιτεία έχει χρέος να επανεξετάσει τον θεσμό, σχετικά με τον σεβασμό για την εφαρμογή των αποφάσεων των πιλοτικών δικών και οι αρμόδιοι υπουργοί να δώσουν τέλος στον δικαστικό Γολγοθά των αναδρομικών, όταν μάλιστα πιλοτικά η Ολ. του ΣτΕ έχει κρίνει, ως πλέον αρμόδιο δικαστήριο, και λύσει πολλάκις το νομικό ζήτημα των αναδρομικών.
Στην παρέμβαση μας ζητήσαμε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, να λύσει θετικά και οριστικά το ζήτημα των συνταξιούχων, προκειμένου να τους χορηγηθούν αναδρομικά για το 11μηνο, για δώρα εορτών και επιδόματος αδείας σε όλους τους συνταξιούχους στον ιδιωτικό τομέα χωρίς διακρίσεις. Να γίνουν σεβαστές οι αποφάσεις των τεσσάρων (4) διαδοχικά Ολ. του ΣτΕ.
Να μην σταθούν σε μια στενή, αυστηρά κανονιστική ερμηνεία των διατάξεων περί παραδεκτού της δικαιοδοσίας του ΑΕΔ, αλλά με ευρύ πνεύμα ερμηνείας, το οποίο θα στοχεύει στην διασφάλιση της ενότητας της έννομης τάξης της χώρας. Εξάλλου αυτό στοχεύει και ο e-ΕΦΚΑ- ισονομία και ισότητα, εισφορών παροχών σε όλους τους ασφαλιστικούς φορείς χωρίς διακρίσεις.
Μονάχα με αυτές τις αντιλήψεις και τις παραδοχές μπορούμε να ανταποκριθούμε στο περί δικαίου αίσθημα των συνταξιούχων. Το ΑΕΔ οφείλει να κρίνει το ένδικο ζήτημα επί της ουσίας και όχι επί του παραδεκτού, στενά κανονιστικά.